GuidePedia

0

Από το ξερό «όχι» σε τέτοια συνάντηση το 2012 στο δείπνο εργασίας της Δευτέρας.

Τη Δευτέρα Αλέξης Τσίπρας και Ανγκελα Μέρκελ θα επιχειρήσουν «να εμβαθύνουν» στο περιεχόμενο των συνομιλιών της Παρασκευής, χωρίς ωστόσο να πάρουν οποιεσδήποτε αποφάσεις
Εχει ο καιρός γυρίσματα: Οταν τον Ιούνιο του 2012 ρωτήθηκε ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος στο Βερολίνο αν η Ανγκελα Μέρκελ θα δεχθεί σε συνομιλίες τον τότε νεοεκλεγέντα αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, η απάντησή του ήταν: «Δεν ανοίγουμε τις πόρτες μας σε τέτοιους πολιτικούς εχθρούς».
Χειλάς Νίκος
Τρία περίπου χρόνια αργότερα, τη Δευτέρα στις 5:00 το απόγευμα, οι πόρτες της καγκελαρίας θα ανοίξουν διάπλατα για τον νυν πρωθυπουργό. Η υποδοχή του θα αρχίσει με στρατιωτικές τιμές και θα κλείσει, ύστερα από έναν πρώτο γύρο συνομιλιών και κοινή συνέντευξη Τύπου στις 19:00, με ένα δείπνο εργασίας με «open end», ανοικτό τέλος και πέντε συνεργάτες από την κάθε πλευρά, όπως είπε την Παρασκευή η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Κριστίνε Βιρτς.

Τον Αλέξης Τσίπρα θα συνοδεύσουν ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς, ο υπέυθυνος του γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού Δημήτρης Τζανακόπουλος και ο πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνώμων Γιώργος Χουλιαράκης και εκπρόσωπος της Ελλάδας στο Euroworking Group.

Η πρόσκλησή του δεν ήταν όμως αυτονόητη - πριν από μερικές ημέρες ήταν εντελώς άδηλο, αν και πότε θα σταλεί στην Αθήνα. Οι σύμβουλοι της καγκελάριου έπρατταν κατά τη δοκιμασμένη βερολινέζικη αρχή: Ας τον αφήσουμε πρώτα να περιμένει μερικούς μήνες και ύστερα έχουμε πάλι όλο τον καιρό για να του πούμε ότι προς το παρόν δεν θεωρούμε σκόπιμη την επίσκεψή του.

Η αλλαγή στάσης εκδηλώθηκε όταν έγινε φανερό ότι δεν υπάρχει διέξοδος στο αδιέξοδο που είχε δημιουργήσει στις ελληνογερμανικές σχέσεις ο φραστικός πόλεμος μεταξύ του Γιάνη Βαρουφάκη και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Το αποκορύφωμα ήταν η «επίσημη διαμαρτυρία» του έλληνα πρέσβη στο Βερολίνο Πάνου Καλογερόπουλου εναντίον των «απαξιωτικών» για την πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης δηλώσεων του γερμανού υπουργού με όλες τις τραγελαφικές «παρεξηγήσεις» που τη συνόδευσαν. Με αποτέλεσμα, η κυρία Μέρκελ να κρίνει, διά στόματος του κυβερνητικού εκπροσώπου Στέφεν Σάιμπερτ, ότι ήρθε επιτέλους η «σωστή στιγμή» για την αποστολή της πρόσκλησης.

Το θέμα αναβαθμίστηκε το πρωί της Πέμπτης στο γερμανικό κοινοβούλιο, όπου η κυρία Μέρκελ ανήγγειλε επίσημα την πρόσκληση προς τον κ. Τσίπρα. «Χαίρομαι για την επίσκεψή του» είπε. «Θα έχουμε καιρό να μιλήσουμε διεξοδικά μαζί - και ίσως και να αντιπαρατεθούμε». Πολλοί βουλευτές ξέσπασαν σε καγχασμούς ακούγοντάς το.
Κατανυκτική σιωπή, αντίθετα, επικρατούσε όταν η καγκελάριος επανέλαβε την περίφημη φράση της: «Πέφτει το ευρώ, πέφτει και η Ευρώπη». «Πέφτει η Μέρκελ, πέφτει το ευρώ» παράλλαζε τα λόγια της δημοσιογράφος. «Αρχής γενομένης με την Ελλάδα».

Πέρα από τους συγκυριακούς λόγους, ωστόσο, η καγκελάριος παρακολουθεί από καιρό τη δραστηριότητα του έλληνα πρωθυπουργού. Την πρώτη εμπειρία εκ του σύνεγγυς μαζί του την είχε την περασμένη Παρασκευή κατά τη συνάντησή τους στην επταμερή μίνι σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες. «Το γεγονός ότι η συζήτηση κράτησε πάνω από τρεις ώρες χωρίς να έρθουν στα χέρια, όπως γίνεται πάντα στις συναντήσεις με τον Βαρουφάκη, ήταν ήδη μεγάλη επιτυχία» έλεγε κυβερνητική πηγή.

Η συζήτηση θα συνεχιστεί τη Δευτέρα σε διμερές επίπεδο και σε αυτήν οι δύο πολιτικοί θα επιχειρήσουν, σύμφωνα με την κυρία Βιρτς, «να εμβαθύνουν» το περιεχόμενο των συνομιλιών της Παρασκευής για την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα, χωρίς ωστόσο να πάρουν οποιεσδήποτε αποφάσεις - αυτές αποτελούν αποκλειστική υπόθεση του Eurogroup.

Η θέση που θα υποστηρίξει η κυρία Μέρκελ, πρόσθεσε, είναι η παλιά και στηρίζεται σε δύο πυλώνες: Πρώτον, στην παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη και δεύτερον, στην απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου στο Eurogroup. Η τελευταία περιλαμβάνει και την υποχρέωση της Ελλάδας να συμβάλει στο «επιτυχές κλείσιμο» του τρέχοντος προγράμματος βοήθειας με ό,τι αυτό συνεπάγεται: αποκρατικοποιήσεις, απολύσεις στο Δημόσιο, μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση και στη Δικαιοσύνη. Πρώτα η αξιολόγηση των θεσμών και η έγκρισή της από το Eurogroup, τόνισε, και ύστερα η εκταμίευση της υπολειπόμενης τελευταίας δόσης της δανειακής βοήθειας. Η καγκελάριος περιμένει επιπλέον να ακούσει από τον επισκέπτη της επακριβή στοιχεία για τα χρηματικά αποθέματα της Αθήνας.

Εργο που έχουμε ξαναδεί; Τυχόν νέες καλές ιδέες από την Αθήνα, τόνισε η κυρία Βιρτς (και αυτό είναι το νέο στοιχείο στη ρητορική του Βερολίνου), θα μπορούσαν να επηρεάσουν θετικά και τις τρέχουσες αποφάσεις.

Σχετικά με τις άλλες δραστηριότητες της ελληνικής κυβέρνησης ωστόσο τα μέσα ενημέρωσης παραμένουν ανάλγητα. «Πολλά σχόλιά τους θυμίζουν πολεμικά ανακοινωθέντα» έλεγε ραδιοσχολιαστής.

Από την άλλη ωστόσο ο κ. Τσίπρας έχει κερδίσει τελευταία πολλούς πόντους στα ίδια μέσα ενημέρωσης λόγω της σθεναρούς, αλλά όχι κραυγαλέας - α λα  Βαρουφάκη - στάσης του έναντι των δανειστών. Χαρακτηριστικό για αυτό είναι το σχόλιο της «Süddeutsche Zeitung» σχετικά με την επταμερή της Παρασκευής: «Ο Τσίπρας δεν εγκατέλειψε ως ηττημένος τον χώρο» γράφει. Εδειξε σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο ότι συνομιλεί στο «ίδιο ύψος των ματιών» (ισότιμα) με την κυρία Μέρκελ, τον Φρανσουά Ολάντ και τον Μάριο Ντράγκι και ότι κάνει ο ίδιος την επιλογή των μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του προγράμματος βοήθειας. «Και αυτό είναι μια νίκη που μπορεί να εξαγγείλει στην Ελλάδα» συμπεραίνει.

Αν αυτό του δίνει «φτερά» και για την επίσκεψή στο Βερολίνο θα φανεί τη νύχτα της Δευτέρας.

«Πόλεμος» για το «ταμείο μνήμης»
«Απαγορευτικό» για τις επανορθώσεις

Το θέμα των επανορθώσεων είναι ανοικτό. Η κυρία Μέρκελ δεν πρόκειται να το θέσει, ενώ ο κ. Τσίπρας δεν έχει ανοίξει ακόμη τα χαρτιά του. «Θα του συνιστούσα να το αποφύγει» λέει ο εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών σε θέματα προϋπολογισμού Εκχαρτ Ρέμπεργκ. «Η καγκελάριος δεν πρόκειται να το κάνει σε καμία περίπτωση αποδεκτό».

Σίγουρο είναι όμως ότι οι επανορθώσεις θα τεθούν στο τραπέζι στο δείπνο εργασίας του Νίκου Κοτζιά με τον γερμανό υπουργό Εξωτερικών Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ.  Ο τελευταίος προειδοποίησε πρόσφατα ότι η έγερση του θέματος την παρούσα στιγμή είναι «επικίνδυνη». Και στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε την Παρασκευή και ο εκπρόσωπος του υπουργείου Μάρτιν Σέφερ, ο οποίος υπενθύμισε ότι το ζήτημα έχει κλείσει οριστικά για το Βερολίνο μετά την υπογραφή της συμφωνίας «2+4» (των δύο τότε γερμανικών κρατών,  καθώς και των τεσσάρων νικητριών δυνάμεων του Β' Παγκόσμιου Πολέμου: ΗΠΑ, Σοβιετική Ενωση, Αγγλία, Γαλλία).

Το θέμα ωστόσο έχει «ανοίξει» στη Γερμανία. Υπέρ των επανορθώσεων, στη μία ή την άλλη μορφή, τάχθηκαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης: η Linke (Αριστερά) και οι Πράσινοι, καθώς και πολλά στελέχη των Σοσιαλδημοκρατών. Παράλληλα διεξάγεται στα μέσα ενημέρωσης μια πρωτοφανής σε έκταση αντιπαράθεση για την ορθότητα ή όχι των ελληνικών αξιώσεων. Με αποτέλεσμα το ζήτημα να παίρνει πλατύτερες διαστάσεις και να αναγκάζει το υπουργείο Εξωτερικών να αναζητεί τεχνικές διεξόδους μέσω της πρόσθετης επιδότησης του «ταμείου μνήμης» - μιας οργάνωσης που χρηματοδοτεί έρευνες (συνολικό ποσό ως το 2017: 4 εκατ. ευρώ) για την πορεία των πολύπαθων ελληνογερμανικών σχέσεων.

πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top