Οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις διαθέτουν δυο πυροβολαρχίες S-300PMU-1, οι οποίες αρχικά προορίζονταν για την Κύπρο. Τελικώς, όμως, επειδή, εξαιτίας των τουρκικών και αμερικανικών αντιδράσεων δεν εγκαταστάθηκαν στη Μεγαλόνησο, αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα. Πέρυσι μάλιστα, η χώρα μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα που διαθέτει αυτά τα οπλικά συστήματα, για πρώτη φορά πραγματοποίησε δοκιμές, οι οποίες ήταν άκρως πετυχημένες. Το σύστημα είναι ενταγμένο στο δίκτυο αντιαεροπορικής άμυνας της χώρας.
Εκτός αυτών, η Ελλάδα διαθέτει πάνω από τριάντα αυτοκινούμενα αντιαεροπορικά συστήματα TOR-M1, και αυτά παραγωγής της Almaz-Antey. Να σημειωθεί ότι τα ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα είναι απαραίτητα για την Ελλάδα ως αποτρεπτικός παράγοντας απέναντι σε ένα άλλο μέλος του ΝΑΤΟ, την Τουρκία. Οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις διαθέτουν επίσης 21 συστήματα OSA-AKM. Τα συγκεκριμένα αντιαεροπορικά σοβιετικής προέλευσης ανήκαν στο στρατό της Ανατολικής Γερμανίας, και, όταν διαλύθηκε η χώρα, παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα. Τον εκσυγχρονισμό των OSA είχαν αναλάβει οι ειδικοί της Almaz-Antey. Όπλα που έχει αναπτύξει η ρωσική εταιρία είναι ενταγμένα και στο οπλοστάσιο της Κύπρου, χώρας-μέλους της ΕΕ. Εκεί βρίσκονται εγκατεστημένα αντιαεροπορικά συστήματα τα οποία παραχώρησε η Ελλάδα στο νησί της Αφροδίτης, που ιστορικά, εθνολογικά και θρησκευτικά συνδέεται άμεσα με την Ελλάδα.

Πάγος στη συνεργασία Ρωσίας-Ελλάδας;
Το εμπάργκο της ΕΕ άγγιξε την Almaz-Antey. Κι’ αυτό με το «επιχείρημα» ότι ένα αντιαεροπορικό σύστημα που παράγει η εταιρεία, το BUK, εικάζεται πως ήταν εκείνο το οποίο κατέρριψε το μαλαισιανό Boeing 777. Πάντως, τα περιοριστικά μέτρα εις βάρος της, όπως υποστηρίζουν οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι, δεν αφορούν την υποστήριξη των ήδη παραδοθέντων συστημάτων. Όπως και να’ χει όμως, οι πωλήσεις νέων συστημάτων μάλλον θα καταστούν αδύνατες.


Η Ρωσία είχε προηγουμένως εκφράσει ενδιαφέρον για συνέχιση της στρατιωτικοτεχνικής συνεργασίας με την Ελλάδα. Τον περασμένο Δεκέμβριο είχε πραγματοποιήσει επίσκεψη στην Αθήνα ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Σοϊγκού, ο οποίος υπέγραψε με τον έλληνα ομόλογό του, Δημήτρη Αβραμόπουλο, μια νέα συμφωνία για την προμήθεια αμυντικού υλικού. Τότε, ο υφυπουργός Άμυνας, Ανατόλι Αντόνοφ, εξήγησε ότι με τη νέα συμφωνία εξαλείφονταν τα εμπόδια για την περεταίρω στρατιωτικοτεχνική συνεργασία των δύο χωρών.
Η στρατιωτικοτεχνική συνεργασία Ρωσίας-Ελλάδας ξεκίνησε το 1993. Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι εξαγωγές ρωσικών οπλικών συστημάτων προς τη χώρα ξεπέρασαν τα 5 δις. δολάρια. Ανάμεσα στα άλλα οπλικά συστήματα που βρίσκονται στο οπλοστάσιο των Ελλήνων, είναι και τα αερόστρωμνα αποβατικά σκάφη, Zubr. Ήταν η πρώτη πώληση τέτοιων σκαφών αμφίβιων επιχειρήσεων σε χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ.

«Ομιχλώδεις» προοπτικές
Ο επικεφαλής του Κέντρου ανάλυσης παγκόσμιου εμπορίου όπλων, Ίγκορ Κοροτσένκο, θεωρεί ότι η Ελλάδα ενδιαφέρεται για περαιτέρω στρατιωτικοτεχνική συνεργασία με τη Ρωσία. Ομως, αυτό δεν εξαρτάται μόνο από τις κυρώσεις, αλλά και από την φερεγγυότητα της Αθήνας –που μόλις πρόσφατα βρισκόταν στο χείλος της χρεωκοπίας- να εξοφλήσει τα χρέη της. Ο ίδιος, πάντως, υπογραμμίζει ότι για τη Ρωσία, η συνεργασία με την Ελλάδα, η οποία αποτελεί μέλος του ΝΑΤΟ, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ως ευκαιρία να αποδειχθεί το εφικτό της διασύνδεσης των όπλων της με τα πρότυπα του ΝΑΤΟ. Ύστερα πάντως από την επιβολή των κυρώσεων -προσθέτει- οι προοπτικές μελλοντικής συνεργασίας των δύο χωρών γίνονται ομιχλώδεις.
Να σημειωθεί ότι πριν τις ευρωπαϊκές, κυρώσεις σε βάρος της Almaz-Antey είχαν επιβάλλει οι ΗΠΑ. Τότε, άπαντες οι ειδικοί είχαν επισημάνει πως η Ουάσιγκτον, η οποία σημειωτέον δεν είναι πελάτης της ρωσικής εταιρίας- θα ασκήσει παντού, και κυρίως στους συμμάχους της, πιέσεις, προκειμένου να παραιτηθούν από τα ρωσικά οπλικά συστήματα.