GuidePedia

0

Οι τελευταίες εξελίξεις με την προκαταρτική συμφωνία της Δύσης (κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών) με το Ιράν, σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης προκάλεσαν την έντονη αντίδραση του Ισραήλ, αλλά και πληθώρα αναλύσεων διεθνώς αναφορικά με το μέλλον της ευρύτερης περιοχής και τη νέα στρατηγική θέση του Τέλ Αβίβ. Μετά τη ρήξη στις σχέσεις του Ισραήλ με την Τουρκία, η οποία παραμένει παρά τη μεσολάβηση του Αμερικανού Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, και τη συγγνώμη του Ισραηλινού Πρωθυπουργού, Μπέντζαμιν Νετανιάχου στον Τούρκο Πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν, η Ελλάδα προχώρησε σε μια ουσιαστική σύσφιξη των σχέσεων με το Τέλ Αβίβ, την οποία προωθεί και στηρίξει σθεναρά ο Έλληνας Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς.
Με δεδομένο λοιπόν ότι η Ελλάδα έχει επενδύσει πολλά σε αυτή τη στρατηγική συνεργασία, αξίζει να δει κανείς την επιρροή που θα έχουν οι εξελίξεις με το Ιράν στο μέλλον του Ισραήλ.
Αυτή τη στιγμή η στρατηγική θέση του Ισραήλ στην περιοχή είναι πάρα πολύ καλή. Μετά από δυο χρόνια έντασης, η ειρηνευτική συμφωνία με την Αίγυπτο έχει εγκαθιδρυθεί. Η Συρία σπαράσσεται από ένα ανελέητο εμφύλιο πόλεμο, με μικρή πιθανότητα μια τρομοκρατική απειλή για το Τέλ Αβίβ να βρει στέγη εκεί. Στο Λίβανο, η Χεζμπολάχ δεν φαίνεται να έχει διάθεση να ξεκινήσει ένα νέο πόλεμο με το Ισραήλ, και ούτως η άλλως το Τέλ Αβίβ έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει την απειλή χωρίς να θιχθούν τα στρατηγικά συμφέροντα του. Το καθεστώς Αμπντάλα στην Ιορδανία, το οποίο έχει συνάψει συμμαχία με το Ισραήλ φαίνεται ότι θα αντέξει τις πιέσεις των πολιτικών του αντιπάλων στο εσωτερικό.
Συνολικά η κατάσταση που επικρατεί μετά τη Συμφωνία του Κάμπ Ντέηβιντ, παραμένει σταθερή, τα σύνορα του Ισραήλ είναι ασφαλή και με δεδομένο το διχασμό που επικρατεί στις τάξεις των Παλαιστινίων μια νέα Ιντιφάντα δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Σαν αποτέλεσμα το Ισραήλ δεν αντιμετωπίζει εξωτερικές απειλές.
Υπάρχει όμως μια εξαίρεση. Το να αποκτήσει το Ιράν πυρηνικό όπλο και τη δυνατότητα εκτόξευσής του, και το χρησιμοποιήσει για να καταστρέψει το Ισραήλ. Πριν το Τέλ Αβίβ και οι Ηνωμένες Πολιτείες  αποτρέψουν κάτι τέτοιο. Ο φόβος αυτός είναι ουσιαστικός και πολύ πιεστικός για το Ισραήλ. Αυτή η πιθανότητα ξεπερνάει όλα τα άλλα θέματα ασφάλειας του Ισραήλ, και το Τέλ Αβίβ πιστεύει ότι οι σύμμαχοί του και ιδιαίτερα οι ΗΠΑ πρέπει να το συμμερίζονται αυτό. Αν και κατανοητό ως στρατηγική αρχή. Παρόλα αυτά η εφαρμογή της και η επιρροή που θα έχει στις σχέσεις με την Ουάσινγκτον δεν είναι διόλου ξεκάθαρη.
Στρατηγικά το Ισραήλ αντιλαμβάνεται ότι όσο καλές και να είναι οι παρούσες συνθήκες είναι απρόβλεπτες και δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα παραμείνουν ως είναι σήμερα. Πολλοί αναλυτές επισημαίνουν ότι θα είναι πολύ δύσκολο για το Ισραήλ να αντιμετωπίσει απειλές εναντίον της ασφάλειας του χωρίς τη συνδρομή των ΗΠΑ. Συμπερασματικά λοιπόν, το Τέλ Αβίβ έχει ένα επιτακτικό συμφέρον να μην αποκτήσει πυρηνικό όπλο η Τεχεράνη και ταυτόχρονα να διατηρήσει την καλή του σχέση με την Ουάσινγκτον. Οποιαδήποτε αίσθηση ότι η Ουάσινγκτον απεμπολή τη δέσμευση της όσο αφορά την ασφάλεια του Ισραήλ ή ότι κινείται στην κατεύθυνση να επιτρέψει την κατοχή πυρηνικού όπλου από το Ιράν, αποτελεί σοβαρή κρίση για το Ισραήλ. Ακριβώς αυτό εξηγεί και την αντίδραση του Τέλ Αβίβ στην προκαταρτική συμφωνία με το Ιράν.
Είναι γεγονός ότι το Ιράν δεν έχει ούτε βρίσκεται προ των πυλών (μέσα στους επόμενους έξη μήνες)  να αποκτήσει πυρηνικό όπλο ικανό να πλήξει το Ισραήλ. Δεν βρίσκεται κοντά στο να το κατασκευάσει,  δεν έχει κάνει ούτε τα πρώτα τεστ και δεν διαθέτει τα μέσα να το εκτοξεύσει. Ο λόγος που το Ισραήλ δεν έχει προχωρήσει σε επίθεση εναντίον των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν και το ότι οι ΗΠΑ δεν το εξετάζουν, είναι ακριβώς ότι η πιθανότητα κατοχής όπλου ικανού να πλήξει το Ισραήλ είναι μακρινή. Επίσης, μια τέτοια επιχείρηση είναι εξαιρετικά δύσκολη στην εκτέλεση της και το ίδιο δύσκολη είναι και η οποιαδήποτε επιβεβαίωση της επιτυχίας που μπορεί να έχει.
Η Ουάσινγκτον την ίδια στιγμή είδαν μια ευκαιρία στο ότι δεν υπάρχουν όπλα και στο ότι οι διεθνείς κυρώσεις πλήττουν οικονομικά το Ιράν. Το ίδιο είδε και το Ιράν αποφασίζοντας να βελτιώσει τη θέση του.
Από την οπτική γωνία της Ουάσινγκτον το θέμα των πυρηνικών δεν ήταν το πιο επιτακτικό, αν και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι δεν θέλουν να προχωρήσει η κατασκευή τους. Εκείνο που επιθυμεί η Ουάσινγκτον είναι να έρθει σε μια κατανόηση με την Τεχεράνη, έτσι ώστε ο ρόλος της στην περιοχή να ισορροπηθεί έναντι αυτού άλλων χωρών, ειδικά της Σαουδικής Αραβίας, των Αραβικών Εμιράτων, και κατ΄ επέκταση και του ίδιου του Ισραήλ. Σε αντίθεση με το τι υποστηρίζουν και γράφουν ορισμένοι οι ΗΠΑ συνεχίζουν να ενδιαφέρονται για τις εξελίξεις σε αυτή την κρίσιμη περιοχή, αλλά δεν επιθυμούν τη χρήση δύναμης και μάλιστα με στρατιωτική εμπλοκή. Σαν αποτέλεσμα θέλουν να διευρύνουν το κύκλο των σχέσεων τους πέρα από τη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ.
Μέσα από αυτό το πρίσμα πρέπει να εξηγηθεί και η αντίδραση του Ισραήλ στην προκαταρτική συμφωνία. Σε καμία περίπτωση βέβαια δεν μπορούσε το Ισραήλ να καλωσορίσει τη συμφωνία. Στο βάθος η μεγάλη ανησυχία του Τέλ Αβίβ είναι ότι μια επιτυχία των διαπραγματεύσεων θα οδηγήσει σε μια πιθανή στρατηγική συνεργασία των ΗΠΑ με το Ιράν, παρόμοια με αυτή της Σαουδικής Αραβίας, η οποία αν και δεν άρεσε στο Ισραήλ ήταν υποχρεωμένο να την ανεχθεί. Η ιδεολογία περνάει σε δεύτερη μοίρα ενώπιον της γεωπολιτικής πραγματικότητας. Για να το πούμε ωμά και εμπορικά. Η Τεχεράνη χρειάζεται επενδύσεις και οι αμερικανικές εταιρίες θέλουν παρά πολύ να επενδύσουν. Ένας άλλος περίπλοκος παράγοντας είναι ότι το Ιράν θέλει να εξασφαλίσει ότι το Ιράκ είναι φιλικό στα συμφέροντά της και ότι ούτε η Ρωσία, αλλά ούτε η Τουρκία δεν μπορούν να το απειλήσουν. Η Ουάσινγκτον μπορεί να το εξασφαλίσει αυτό. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι τυχαία η επίσκεψη του αντιπροέδρου του Ιράκ στην Τεχεράνη για σοβαρές συνομιλίες.
Η Ουάσινγκτον επιθυμεί ένα πιο δυνατό Ιράν για να αποτελέσει ανάχωμα στην υποστήριξη της Σαουδικής Αραβίας προς τους Σουνίτες εξτρεμιστές, και επίσης ανάχωμα στην επεκτατική πολιτική της Τουρκίας. Επίσης, βοηθάει την αμερικανική πλευρά στην ενίσχυση του Αζερμπαϊτζάν, το οποίο εάν αισθανθεί ότι δεν απειλείται από το Νότο, μπορεί να αφοσιωθεί στην από βορρά απειλή βλέπε Ρωσία.
Συμπερασματικά η Ουάσινγκτον προσπαθεί να δημιουργήσει μια στρατηγική ισορροπίας δυνάμεων στην θέση του αμερικανού χωροφύλακα. Με βάση το σημερινό στρατηγικό περιβάλλον το Ισραήλ δεν απειλείται, σε μερικά χρόνια από τώρα όμως κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι οι συνθήκες θα είναι ίδιες.
Αυτό είναι που φοβάται το Τέλ Αβίβ σε αυτές τις διαπραγματεύσεις και την πιθανή επιτυχή κατάληξή τους με το Ιράν. Ο πραγματικός του φόβο είναι ότι η Ουάσινγκτον απομακρύνεται από την άμεση επέμβαση σε ένα είδος παιχνιδιού μεταξύ δυνάμεων. Αυτό αποτελεί απειλή για το Ισραήλ, διότι όσο περισσότερες σχέσεις έχουν οι ΗΠΑ στην περιοχή, η σημασία που έχει για αυτές και τη στρατηγική τους το Ισραήλ μειώνεται. Αυτόματα η σχέση Ουάσινγκτον – Τέλ Αβίβ από κεντρικός πυλώνας γίνεται μία από τις πολλές.
Το σίγουρο είναι ότι η ισορροπία στις σχέσεις ΗΠΑ – Ισραήλ έχει αλλάξει, με αποτέλεσμα να αλλάζουν ραγδαία και τα δεδομένα που μέχρι σήμερα γνωρίζαμε στη γειτονιά μας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι έχουν έρθει ή θα έρθουν τα πάνω κάτω αύριο το πρωί.
Είναι σημαντικό όμως για την Ελλάδα και την ελληνική κυβέρνηση, να παρακολουθεί με ιδιαίτερη προσοχή το πολύπλοκο αυτό γεωπολιτικό παιχνίδι, έτσι ώστε να είναι μέσα στα πράγματα και όταν θα γείρει η ζυγαριά να βρεθεί στην σωστή πλευρά, με δεδομένο μάλιστα ότι το παιχνίδι είναι κυρίως οικονομικό και τα κέρδη για είναι πολλά για αυτούς που θα παίξουν και θα παίξουν σωστά.
πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top