GuidePedia

0

Ο πρόεδρος Μοχάμεντ Μόρσι κατόρθωσε να θέσει τον στρατό στο περιθώριο. Θα πρέπει, ωστόσο, να αντιμετωπίσει άλλες μορφές αντιπολίτευσης, καθώς και την απέχθεια που νιώθει ένα τμήμα της αιγυπτιακής κοινωνίας απέναντι στους Αδερφούς Μουσουλμάνους.

« Κυριακή, 12 Αυγούστου 2012, ώρα 10 το πρωί. Τα δύο βασικά μέλη του Ανώτατου Συμβουλίου των Ενόπλων Δυνάμεων (AΣΕΔ), ο υπουργός Άμυνας Χουσεΐν Ταντάουϊ και ο αρχηγός του γενικού επιτελείου Σάμι Άναν, έχουν κληθεί στο προεδρικό μέγαρο. Βρίσκονται περιορισμένοι σε μια αίθουσα ασφαλείας και δεν μπορούν να κάνουν χρήση ούτε καν του κινητού τους τηλεφώνου. Την ίδια στιγμή, σε μια γειτονική αίθουσα, ορκίζεται ο νέος υπουργός Άμυνας, Αμπντέλ Φατάχ Σίσι, ενώπιον του προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι. Λίγες ώρες νωρίτερα, η Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δημοσίευε ένα διάταγμα το οποίο καταργούσε την πρόσθετη συνταγματική διακήρυξη που είχε υιοθετήσει το ΑΣΕΔ εν μέσω των δύο γύρων των προεδρικών εκλογών, με την οποία παραχωρούσε στον εαυτό του επιπλέον εξουσίες, στοχεύοντας να βρεθεί στο απυρόβλητο σε περίπτωση νίκης του Μοχάμεντ Μόρσι. Κατόπιν, ο Πρόεδρος καλεί τους δυο ανώτατους αξιωματικούς και τους ανακοινώνει την αντικατάστασή τους. Η έκπληξή τους συναγωνίζεται την αδυναμία τους ».
Η παραπάνω σκηνή, την οποία αφηγήθηκε άνθρωπος που πρόσκειται στο προεδρικό περιβάλλον, σηματοδοτεί το τέλος της διπλής εξουσίας που ίσχυε στο Κάιρο από τις 30 Ιουνίου του 2012, οπότε ο Μόρσι ανέλαβε τα καθήκοντά του. Οι πάντες ήταν σίγουροι για αυτό : μια τόσο ασταθής ισορροπία δεν μπορούσε παρά να σπάσει. « Ο Τύπος αφιέρωνε εξάστηλα στις δηλώσεις του Ταντάουι και δίστηλα στις δηλώσεις του Προέδρου », λέει με θυμό ο Αμπντέλ Μονεΐμ Αμπούλ Φοτούχ, πρώην υποψήφιος για το προεδρικό αξίωμα. Ο πρωθυπουργός Χισάμ Καντίλ, προτού σχηματίσει κυβέρνηση, ζήτησε προκαταβολικά την έγκριση του στρατού » !
Τελικά, το ΑΣΕΔ « αποδείχθηκε ένας χάρτινος τίγρης ». Τελευταία, η παλιά μαοϊκή ρήση ακούγεται συχνά στους δρόμους του Καΐρου. Ωστόσο, κανένας δεν φανταζόταν λίγες εβδομάδες νωρίτερα ότι ο Μόρσι θα κατάφερνε να βάλει χέρι σε έναν θεσμό που κυριαρχούσε στην Αίγυπτο από τότε που οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί κατέλαβαν την εξουσία, στις 23 Ιουλίου του 1952 και κηδεμόνευε την πολιτική ζωή της χώρας μετά την παραίτηση του προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ, στις 11 Φεβρουαρίου 2011.
Στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, στις 23 και 24 Μαΐου του 2012, ο νασερικός Χαμντίν Σαμπάχι, ο Αμπούλ Φοτούχ, ένας από τους διαφωνούντες των Αδελφών Μουσουλμάνων, καθώς και μερικοί άλλοι υποψήφιοι της Αριστεράς οι οποίοι συμμετείχαν ενεργά στην επανάσταση της 25ης Ιανουαρίου του 2011, είχαν συγκεντρώσει το 50% των ψήφων. Οι μεταξύ τους έριδες, όμως, άφησαν ελεύθερο το πεδίο στον δεύτερο γύρο για τον Αχμέτ Σαφίκ, εκπρόσωπο του παλιού καθεστώτος (23,6%) και για τον Μόρσι από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους (24,8%). Ενώ ο Σαμπάχι δεν είχε δώσει γραμμή στους ψηφοφόρους του, ο Αμπούλ Φοτούχ στήριξε τον Μόρσι. Το ίδιο έπραξαν και διάφορες άλλες δυνάμεις, ανάμεσά τους οι « Νέοι της 6ης Απριλίου » [1], καθώς και προσωπικότητες όπως ο μπλόγκερ Γουαέλ Γκόνιμ ή ο Αλάα ελ Ασουάνι, συγγραφέας του αξέχαστου βιβλίου « Κτήριο Γιακουμπιάν » και υποστηρικτής των ισλαμιστών, ο οποίος έδωσε την ακόλουθη εξήγηση για την ψήφο του : « Δεν ήμασταν με τον Μόρσι. Στηρίζαμε την επανάσταση ». Ο πρωταρχικός τους στόχος ήταν η απομάκρυνση του στρατού.
Το AΣΕΔ υποχρεώθηκε να δεχτεί το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου παρά τη θέλησή του, αλλά τίποτα δεν είχε κριθεί ακόμα. Ο διορισμός του νέου υπουργικού συμβουλίου, στο οποίο κυριαρχούσαν μορφές του παλιού καθεστώτος, το μόνο που έκανε ήταν να ενισχύσει την εντύπωση ότι ο Μόρσι θα βασίλευε, αλλά δεν θα κυβερνούσε. Ο αρχιστράτηγος Ταντάτουι, πρόεδρος του AΣΕΔ, δήλωνε στις 15 Ιουλίου του 2012 ότι δεν θα επέτρεπε σε μια « φράξια » (εννοώντας τους Αδελφούς Μουσουλμάνους) να καταλάβει την Αίγυπτο. Απευθύνθηκε κάλεσμα σε διαδηλώσεις κατά του νέου προέδρου στις 24 και 25 Αυγούστου, ενώ η εφημερίδα Al Doustour υποστήριζε την ιδέα ενός πραξικοπήματος [2].
Φρούδες ελπίδες. Η νομιμότητα κυριαρχούσε πλέον στην κάλπη και στον δρόμο, όπως μαρτυρούσαν και οι μεγάλες ουρές πολιτών, οι οποίοι περίμεναν υπομονετικά κάτω τον καυτό ήλιο, στα τέλη Ιουνίου, για να ρίξουν το ψηφοδέλτιό τους στην κάλπη και να εκλέξουν τον πρόεδρό τους. Το βράδυ της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων, χαρούμενα πλήθη –κυρίως από νέους ανθρώπους που άλλοι φορούσαν τη μάσκα των Anonymous και άλλοι κρατούσαν αφίσες των Αδελφών - γιόρταζαν όχι τόσο για τη νίκη του Μόρσι, όσο για την ήττα του παλιού καθεστώτος και τον θρίαμβο της οικουμενικής ψήφου.
Ο νέος πρόεδρος, τον οποίο παρουσίαζαν ως ένα άχρωμο πρόσωπο του κομματικού μηχανισμού, κάθε άλλο παρά χαρισματικό, έμελλε να επιδείξει ιδιαίτερη ευελιξία. Έχοντας πρόσβαση, λόγω του αξιώματός του, στις διάφορες βαθμίδες του στρατεύματος, είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει ότι στον στρατό υπήρχαν διάφορα υπόγεια ρεύματα. Υπήρχε μια γενιά πενηντάρηδων αξιωματικών που επιθυμούσε να παίξει σημαντικότερο ρόλο, να διαταράξει την κυριαρχία της « γενιάς του ΄73 » - αναφορά στον πόλεμο κατά του Ισραήλ τον Οκτώβριο του 1973- και να τα βάλει με τα δεινά που κατέτρωγαν το στράτευμα, όπως και ολόκληρη την κοινωνία : την έλλειψη επαγγελματισμού, την ευνοιοκρατία και τη διαφθορά.
Το μόνο που έλειπε ήταν η αφορμή. Αυτή προέκυψε νωρίτερα από το αναμενόμενο, με την επίθεση που εξαπέλυσε μια ομάδα τζιχαντιστών σε στρατιωτικό στόχο στη Ράφα, κοντά στο Σινά. Το κομάντο κατόρθωσε να ξεφύγει και να κυκλοφορήσει ανενόχλητο για καμιά δεκαπενταριά χιλιόμετρα εντός του αιγυπτιακού εδάφους, έως ότου αποδεκατίστηκε μέσα σε λίγα λεπτά από τον ισραηλινό στρατό, καθώς προσπαθούσε να διασχίσει τα σύνορα. Το φιάσκο έδωσε στον Πρόεδρο τη δυνατότητα να απομακρύνει το AΣΕΔ.
Με αυτόν τον τρόπο, γύρισε μια ολόκληρη σελίδα στη νεότευκτη αιγυπτιακή επανάσταση χωρίς να χυθεί στάλα αίμα : Ο στρατός επέστρεφε στους στρατώνες. Θα εξακολουθούσε, βέβαια, να έχει λόγο στα θέματα ασφαλείας (ιδίως στο Σινά) ή διμερών σχέσεων (με το Ισραήλ και κυρίως με τις ΗΠΑ), αλλά δεν θα αναλάμβανε πλέον το σύνολο των εξουσιών.
Ωστόσο, απέχουμε ακόμα πολύ από την ολοκλήρωση της μεταπολίτευσης. Αυτήν την εποχή καταρτίζεται ένα νέο Σύνταγμα, το οποίο πρέπει να ψηφιστεί έως τα τέλη Νοεμβρίου και στη συνέχεια να υποβληθεί σε δημοψήφισμα, ώστε να ανοίξει τον δρόμο για νέες βουλευτικές εκλογές, καθώς το Ανώτατο Δικαστήριο διέταξε τη διάλυση της Βουλής τον Ιούνιο του 2012. Μερικές εκατοντάδες μέτρα από την πλατεία Ταχρίρ, σε μια αίθουσα της Μαζλίς αλ Σούρα (της Γερουσίας), η αρμόδια επιτροπή για την κατάρτιση του Συντάγματος συνέρχεται παρουσία πολλών δημοσιογράφων. Η σύνθεσή της γνώρισε πολλές περιπέτειες, συμπεριλαμβανομένων και δικαστικών. Τελικά, έφτασε να περιλαμβάνει περίπου 100 μέλη, τα μισά από τα οποία ανήκουν στους Αδελφούς και τους σαλαφιστές. Ένα τμήμα των δυνάμεων της μεταπολίτευσης τη σαμποτάρει, άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο απροκάλυπτα. « Μερικές φορές, οι διάλογοί μας παραπέμπουν στον Μεσαίωνα », λέει χαριτολογώντας ο Ουαχίντ Αμπντέλ Μεγκίντ, εκπρόσωπος Τύπου της επιτροπής, ο οποίος εργάζεται παράλληλα στην εφημερίδα « Al Ahram ». « Τα πράγματα, όμως, εξελίσσονται. Ακόμα και οι σαλαφιστές πρέπει πλέον να καταλάβουν ότι κανένας από τους νόμους μας δεν είναι αντίθετος με το Ισλάμ ».
Μέσα στο κτήριο, το οποίο είναι διακοσμημένο με τοιχογραφίες της εποχής των Φαραώ που δείχνουν ημίγυμνες γυναικείες φιγούρες, κάθονται πλάι-πλάι ο πρόεδρος του Αραβικού Συνδέσμου, Αμρ Μούσα, για τον οποίο « τα θρησκευτικά ζητήματα δεν άπτονται του Συντάγματος » και ο Νάνταρ Μπάκαρ, ο ιδιαίτερα προβεβλημένος εκπρόσωπος του σαλαφικού κόμματος Αλ Νουρ. Τριγύρω κυκλοφορούν γυναίκες με μαντήλα και άλλες με τα μαλλιά τους να ανεμίζουν, στρατηγοί, καθώς και μερικοί νεαροί επαναστάτες (λίγοι), κόπτες ιερείς, εκπρόσωποι του Πανεπιστημίου Αλ Αζχάρ, ένας χωρικός με « γκαλαμπίγια » (παραδοσιακό ένδυμα), ο οποίος παρακαλά για μια αγροτική επιδότηση, κ.ά. Θα πίστευε κανείς πως βρίσκεται σε μια οποιαδήποτε κοινοβουλευτική συνεδρίαση και, παρά τις βαθιές διαφωνίες, κυριαρχεί μια πολιτισμένη ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια των συζητήσεων, τις οποίες συντονίζει με στεντόρια φωνή ο Χόσαμ ελ Γκεριάνι, ένας δικαστής κύρους.
Στο επίκεντρο των συζητήσεων βρίσκεται η σαρία και ιδιαίτερα το άρθρο 2 του Συντάγματος. Το 1971, ο πρόεδρος Ανουάρ αλ Σαντάτ είχε συμπεριλάβει την παράγραφο η οποία όριζε ότι η « σαρία αποτελεί θεμελιώδη πηγή της νομοθεσίας ». Με μια τροποποίηση του 1980 θα γινόταν « η βασική πηγή της νομοθεσίας ». Στην εθνοσυνέλευση, οι σαλαφιστές ζήτησαν να αντικατασταθεί ο όρος « σαρία » με τον όρο « αρχές της σαρία », μια περισσότερο αόριστη διατύπωση που ίσως αφήσει περιθώρια για επικίνδυνες παρερμηνείες. Αφού απέσυραν το αίτημα, στη συνέχεια απαίτησαν να μην αποφαίνεται πλέον το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο για τη συμβατότητα ενός νόμου με τη σαρία [3], αλλά, το Αλ Αζχάρ, η ανώτατη αρχή του σουνιτικού Ισλάμ. « Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με “σιιτοποίηση” της Αιγύπτου », σημειώνει ειρωνικά ένας από τους συμμετέχοντες. « Τέτοια μεταρρύθμιση θα έδινε σε ένα θρησκευτικό σώμα τον τελευταίο λόγο ως προς τους νόμους της χώρας, όπως στο Ιράν ». Θα ήταν το αποκορύφωμα για τους σαλαφιστές, οι οποίοι είναι εχθρικά διακείμενοι απέναντι στον σιιτισμό. Το Αλ Αζχάρ, εξάλλου, αρνήθηκε να παίξει αυτόν τον ρόλο.
Θα βρεθεί, άραγε, κάποια συμβιβαστική λύση ; Όπως σημειώνει ένας παρατηρητής που αντιπαθεί τους ισλαμιστές, « ο Μόρσι ενδιαφέρεται να επιτευχθεί μια ισορροπία στο Σύνταγμα, για να μη δημιουργηθούν προβλήματα στην προεδρική του θητεία. Αν όλοι οι μη ισλαμιστές εγκαταλείψουν την επιτροπή σε ένδειξη διαμαρτυρίας, θα είναι πολύ αρνητικό για αυτόν ».
Οι συζητήσεις αυτές δεν εγείρουν ιδιαίτερα πάθη στην κοινωνία, παρόλο που άπτονται σημαντικών αρχών, όπως η ισότητα μεταξύ των πολιτών ή μεταξύ αντρών και γυναικών. Εμμέσως, προβάλλουν και κάποια άλλα ερωτήματα. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι θα κάνουν κατάληψη της εξουσίας ; Μήπως έχει τεθεί σε εφαρμογή η « αδελφοποίηση » του κράτους ; Ή, όπως φοβούνται ορισμένοι σχολιαστές, θα μεταμορφωθεί η Αίγυπτος σε ένα νέο Ιράν ;
Η αδελφότητα προκαλεί έντονες αντιπάθειες σε ευρεία τμήματα του πληθυσμού –αντιπάθειες οι οποίες, αντίθετα με όσα πιστεύουν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι– δεν οφείλονται μόνο στην καμπάνια παραπληροφόρησης. Με αξιοθαύμαστη οργάνωση και με αφοσιωμένα μέλη στη διάθεσή τους, τα οποία επανειλημμένως φυλακίστηκαν, οι Αδελφοί ενίοτε θεωρούνται, ακόμα και από θρησκευόμενους, ως κυνικοί που εμπλέκονται σε πολιτικές κομπίνες και νοιάζονται περισσότερο για τα συμφέροντα της οργάνωσης παρά της πατρίδας τους. Ακόμα και οι σαλαφιστές τούς ασκούν σκληρή κριτική, κατηγορώντας τους ότι « θέλουν να φιμώσουν όσους μισούν, με πρόσχημα τη θρησκεία » [4]. Αν και δεν αμφισβητείται ο ρόλος τους κατά τη διάρκεια της επανάστασης –παρόλο που στην πραγματικότητα ακολούθησαν το ρεύμα– οι συμβιβασμοί τους με το AΣΕΔ καθ’ όλη τη διάρκεια του 2011 προκάλεσαν πολλές δυσαρέσκειες. Η απόφασή τους να κατεβάσουν υποψήφιο στις προεδρικές εκλογές παραβιάζοντας τις παλιότερες δεσμεύσεις τους, ενέτεινε αυτή τη δυσπιστία.
Η αύρα τους, πάντως, έχει ξεθωριάσει. Ο Μόρσι έλαβε 5.700.000 ψήφους στον πρώτο γύρο των προεδρικών, ενώ ο πολιτικός σχηματισμός του, το « Κόμμα της Ελευθερίας και της Δικαιοσύνης », είχε περίπου τη διπλάσια δύναμη στις βουλευτικές εκλογές που έγιναν στα τέλη του 2011 με αρχές του 2012 [5]. Και στον δεύτερο γύρο, ο στρατηγός Σαφίκ συγκέντρωσε 12 εκατομμύρια ψήφους : ένα αποτέλεσμα το οποίο εκφράζει μάλλον αντίδραση απέναντι στους Αδελφούς Μουσουλμάνους, παρά νοσταλγία για το παλιό καθεστώς.
Στο κέντρο του Καΐρου, σε μια συνοικία του 19ου αιώνα, με κτήρια που θυμίζουν την αρχιτεκτονική της περιόδου Οσμάν [6] και την παλιά γαλλική πολιτιστική επιρροή, βρίσκεται το καφέ Riche. Κατ’ εξοχήν σημείο συνάντησης δημοσιογράφων και διανοούμενων, γνώρισε ημέρες δόξας την επαύριο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, τότε που σε μία από τις αίθουσές του– η οποία διέθετε μυστική είσοδο– συγκεντρώνονταν οι επαναστάτες που διεκδικούσαν την ανεξαρτησία της χώρας.
Εκεί έχει πιάσει τραπέζι ο Μοχάμεντ Αμπούλ Γκαρ, διάσημος γυναικολόγος με εκλεπτυσμένους τρόπους, ο οποίος κρατιέται καλά για τα 70 του χρόνια. Πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, έχει μόλις επιστρέψει από το Κέιπ Τάουν όπου έγινε το συνέδριο της σοσιαλιστικής διεθνούς –στην οποία αποφασίστηκε επιτέλους η αποπομπή του κόμματος του Μουμπάρακ. Υπενθυμίζει τον μακροχρόνιο αγώνα του κατά των Αδελφών Μουσουλμάνων και τις διαμάχες που είχε μαζί τους στο Πανεπιστήμιο : « Δεν ψήφισα ούτε τον Σαφίκ ούτε τον Μόρσι. Μια ενδεχόμενη νίκη του Σαφίκ, ωστόσο, θα μας οδηγούσε στη βία και σε νέα εξέγερση, με πρωτοστάτες αυτή τη φορά τους Αδελφούς. Το γεγονός ότι μπήκαν στην κυβέρνηση είναι προς το συμφέρον όλων, καθώς θα πρέπει να προχωρήσουν σε πράξεις. Θα κάνουν στραβοπατήματα και θα λάβουν αντιλαϊκά μέτρα ».
Λίγες μέρες νωρίτερα, ο Μόρσι είχε ανακοινώσει την υπογραφή συμφωνίας ώς το τέλος του χρόνου για δάνειο από το ΔΝΤ ύψους 4,8 δις δολαρίων και με επιτόκιο 1,1%. Οι Αδελφοί και οι σαλαφιστές, οι οποίοι καταδίκαζαν μέχρι πρότινος τέτοιες τακτικές, δικαιολογούν την παραβίαση της απαγόρευσης του Ισλάμ για δανεισμό με τόκο, με επιχειρήματα τα οποία κάτω από άλλες συνθήκες θα χαρακτήριζε κανείς « ιησουίτικα ».
« Το Ισλάμ είναι η λύση » : Για δεκαετίες ολόκληρες, το σύνθημα της αδελφότητας της έδωσε τη δυνατότητα να αποφεύγει να εκφράζεται για τα πλέον ζωτικά ζητήματα– παρόλο που στάθηκε στο πλευρό του προέδρου Μουμπάρακ όταν αποφάσισε να διαλύσει την αγροτική μεταρρύθμιση [7]. Τώρα που είναι πια στα πράγματα, δεν μπορεί να αποφεύγει τη σκληρή πραγματικότητα μιας εξαθλιωμένης οικονομικά κοινωνίας, όπως μαρτυρούν και οι πολλαπλές απεργίες στα εργοστάσια, στην εκπαίδευση ή στα νοσοκομεία. Οπότε, οι Αδελφοί δεν έχουν να προτείνουν άλλη λύση πλην ενός οικονομικού φιλελευθερισμού, ενδεχομένως λιγότερο διεφθαρμένου από εκείνον του Μουμπάρακ, τον οποίο υπερασπίζονταν ανέκαθεν.
Η μεγάλη ευκαιρία του Μόρσι παραμένει ο διχασμός της αντιπολίτευσης, η οποία προσπαθεί να οργανωθεί μέσω των πλέον ετερόκλητων συμμαχιών, με τα προεξέχοντα στελέχη της να περνούν χωρίς ενδοιασμούς από τον ένα σχηματισμό στον άλλο, όταν δεν βρίσκονται σε πολλούς συγχρόνως. Ακόμα και ο Σαμπάχι, ο οποίος κατόρθωσε να κινητοποιήσει μια μερίδα του προοδευτικού κόσμου κατά την προεκλογική περίοδο, σήμερα πασχίζει να παρουσιάσει ένα πρόγραμμα με συνοχή. Όπως σχολιάζει ένας παρατηρητής, « η κεντρική επιτροπή του δικού του λαϊκού κινήματος απαρτίζεται από εκπροσώπους φιλελεύθερων, σοσιαλιστικών και νασερικών κομμάτων, τα οποία δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε τίποτα. Ούτε στον ρόλο του ιδιωτικού τομέα, ούτε στη θέση της κοινωνικής δικαιοσύνης ούτε στις σχέσεις με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ ». Ένας ανεξάρτητος υποστηρικτής των νασερικών τον σιγοντάρει : « Πώς μπορούν οι φιλελεύθεροι και οι νασερικοί να ενωθούν κατά των ισλαμιστών, όταν αδυνατούν να συμφωνήσουν σε οτιδήποτε άλλο » ; [8] Πώς να σφυρηλατήσεις ένα δημοκρατικό σύστημα –το οποίο δεν γίνεται να επιτευχθεί χωρίς να ενταχθούν και οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι στο παιχνίδι– εδραιώνοντας παράλληλα ένα πρόγραμμα ανεξάρτητης κοινωνικής και εξωτερικής πολιτικής ; Η Αριστερά δεν έχει επιλύσει ακόμα το δίλημμα.
Ωστόσο, ο δρόμος για τους Αδελφούς Μουσουλμάνους είναι κάθε άλλο παρά εύκολος. Οι κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις είναι γιγαντιαίες. Το παλιό καθεστώς εξακολουθεί να είναι γαντζωμένο στον κρατικό μηχανισμό και είναι δύσκολο να αλλάξουν οι δομές και οι νοοτροπίες από τη μία μέρα στην άλλη –πώς να διδάξεις έναν αστυνομικό που συλλαμβάνει κάποιον, ότι η πρώτη του δουλειά στο τμήμα δεν είναι να δέρνει ; Ο Πρόεδρος χορήγησε αμνηστία σε όλους τους πολιτικούς κρατούμενους που είχαν φυλακίσει οι στρατιωτικοί, θα καταφέρει, όμως, να αντιμετωπίσει τις συνεχείς παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ;
Αυτές τις διαμάχες, οι Αδελφοί τις χειρίζονται με μια οργανωτική δομή, στην οποία η άνευ όρων πίστη στον « μουρσίντ » (τον ηγέτη της αδελφότητας) δεν είναι πια δεδομένη [9]. Τον περασμένο Μάρτιο, η ανώτατη οργανωτική αρχή χρειάστηκε τρεις μέρες για να επισφραγίσει τη συμμετοχή τους στις προεδρικές εκλογές –και μάλιστα, με ισχνή πλειοψηφία. Για πρώτη φορά στην ιστορία τους, οι Αδερφοί γνώρισαν σημαντικές αποσχίσεις, με τη δημιουργία του κινήματος του Αμπούλ Φοτούχ ή του κόμματος Αλ Ουασάτ (« Το Κέντρο »), χωρίς να αναφερθούμε στις νέες γενιές που αντιδρούν.
Είναι πολλά τα εμπόδια τα οποία αντιμετωπίζει η οργάνωση προκειμένου να πετύχει μια άλωση του κρατικού μηχανισμού ανάλογη με εκείνη που επέβαλε ο Μουμπάρακ. « Οι Αδελφοί έχουν ανάγκη από ένα σχέδιο, προκειμένου να διασφαλίσουν την ηγεμονία τους στο κράτος », εξηγεί ο Αλάα Αλ Ντιν Αραφάτ, διευθυντής του τμήματος ερευνών στο Κέντρο Οικονομικών, Δικαστικών και Κοινωνικών Μελετών και Πιστοποίησης του Καΐρου. « Το 1952, οι ελεύθεροι αξιωματικοί πέτυχαν να επιβάλουν την ηγεμονία τους και να συσπειρώσουν τις ελίτ γύρω από τον στόχο της εθνικής ανεξαρτησίας και της οικοδόμησης μιας ανεξάρτητης οικονομικής πολιτικής. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι δεν διαθέτουν κάποιο συνολικό σχέδιο -ούτε καν σε ό,τι αφορά τις διεθνείς σχέσεις– το οποίο θα τους επέτρεπε να συσπειρώσουν γύρω τους τα διάφορα κλιμάκια του κρατικού μηχανισμού ».
πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top